Εφημεριδα των Συντακτών
Ερευνα του ΕΛΙΑΜΕΠ (2010-2014) καταδεικνύει το ατελέσφορο
της κρατικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης στην
Ελλάδα (ασφυκτικός έλεγχος συνόρων, αστυνομικές επιχειρήσεις-σκούπα, κέντρα
κράτησης και αναγκαστικές «επαναπροωθήσεις»), καθώς αποδεικνύεται όχι μόνο
σπάταλη, αλλά και δεν περιορίζει το μεταναστευτικό.
Του
Δημήτρη Αγγελίδη
Περίπου μισό δισ. ευρώ έχει στοιχίσει, με τις
συντηρητικότερες εκτιμήσεις, η πολιτική αντιμετώπισης της παράτυπης
μετανάστευσης που εφαρμόζει η Ελλάδα από το 2010 μέχρι σήμερα, μια πολιτική που
αποδεικνύεται ιδιαιτέρως σπάταλη και αναποτελεσματική, σύμφωνα με την έκθεση
«Αξιολογώντας τη σχέση κόστους-αποτελέσματος των πολιτικών ελέγχου της
παράτυπης μετανάστευσης στην Ελλάδα», την οποία εκπόνησε η ομάδα Μετανάστευσης
του ΕΛΙΑΜΕΠ στο πλαίσιο του προγράμματος MIDAS (Migration and Detention Assessment – υπεύθυνη: Αννα
Τριανταφυλλίδου, ερευνητική ομάδα: Δανάη Αγγελή και Αγγελική Δημητριάδη).
Η έκθεση, που παρουσιάστηκε χθες σε ημερίδα του ΕΛΙΑΜΕΠ
στο Impact
Hub στο Ψυρρή
(συμμετείχαν εκπρόσωποι του Συμβουλίου της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
της FRONTEX και
της κοινωνίας των πολιτών), βασίζεται σε στοιχεία που συγκέντρωσε πρώτη φορά η
ερευνητική ομάδα και αποτελεί την πληρέστερη μελέτη του κόστους της
ακολουθούμενης πολιτικής ελέγχου της παράτυπης μετανάστευσης.
Μακράν
των στόχων
Το κεντρικό συμπέρασμα είναι πως οι βασικοί πυλώνες αυτής
της πολιτικής (ασφυκτικός έλεγχος συνόρων, αστυνομικές επιχειρήσεις-σκούπα,
κέντρα κράτησης και αναγκαστικές επιστροφές μεταναστών) έχουν αποτύχει να
περιορίσουν αισθητά την παράτυπη μετανάστευση, και πολύ περισσότερο να
προσεγγίσουν τον διακηρυγμένο στόχο της εξάλειψης της παράτυπης μετανάστευσης,
και πως απαιτούνται αλλαγές που θα εξασφαλίσουν μικρότερο κόστος, καλύτερη
κατανομή κονδυλίων, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και επιπλέον θα είναι συμβατές
με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του φράχτη στον Εβρο
και της επιχείρησης «Ασπίδα», που τοποθέτησε 1.900 αστυνομικούς κατά μήκος των
χερσαίων ελληνοτουρκικών συνόρων. Τη διετία 2010-2012, ο έλεγχος των συνόρων
στον Εβρο κόστισε 67 εκατομμύρια ευρώ (το κόστος του φράχτη ήταν συνολικά 5,5
εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 3,16 εκατομμύρια δόθηκαν στην κατασκευαστική
εταιρεία. Τους πρώτους έντεκα μήνες, όσο διατηρούταν το σύνολο των αστυνομικών
στην περιοχή, η επιχείρηση «Ασπίδα» κόστισε 24 εκατομμύρια ευρώ).
Εκ πρώτης όψεως, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι τα χρήματα
έπιασαν τόπο, καθώς πράγματι σχεδόν εκμηδενίστηκε η μεταναστευτική ροή στον
Εβρο. Στην πραγματικότητα, όμως, οι μετανάστες στράφηκαν στα θαλάσσια περάσματα
του Αιγαίου και το πρόβλημα απλά μετατοπίστηκε, δημιουργώντας νέους
πονοκεφάλους για τον έλεγχο των θαλάσσιων συνόρων.
Ιδιαίτερα αναποτελεσματικός αποδείχτηκε και ο «Ξένιος
Ζευς», στον οποίο είχε εναποθέσει μεγάλες προσδοκίες η κυβέρνηση. Το κόστος της
επιχείρησης, στην οποία απασχολήθηκαν χιλιάδες αστυνομικοί για πολλές ώρες σε
καθημερινή βάση, δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν
δικαιολογείται από τα πενιχρά αποτελέσματα. Από τις δεκάδες χιλιάδες που
ελέγχθηκαν στο πλαίσιο της επιχείρησης, μόνο το 6% βρέθηκαν χωρίς χαρτιά. Από
το σύνολο των συλλήψεων των παράτυπων μεταναστών, μόνο το 3,2% έγινε στο πλαίσιο
του πανάκριβου «Ξένιου Δία».
Αποθήκες ψυχών
Ιδιαίτερα σπάταλα και αναποτελεσματικά αποδεικνύονται τα
προαναχωρησιακά κέντρα κράτησης, οι εργασίες κατασκευής και ανακαίνισης των
οποίων έχουν στοιχίσει 20 εκατομμύρια ευρώ, στα οποία προστίθεται το τρέχον
κόστος λειτουργίας. Μόνο το κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας κοστίζει
τουλάχιστον 10 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Με δεδομένο πως το κόστος ενός
μετανάστη που κρατείται σε προαναχωρησιακό κέντρο ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 16
ευρώ την ημέρα, τα κέντρα κράτησης, συνολικής χωρητικότητας 4.985 θέσεων
σήμερα, κοστίζουν 28.713.600 ευρώ το χρόνο.
Αν μάλιστα υλοποιηθεί το σχέδιο να αυξηθεί η χωρητικότητα
των κέντρων σε 7.500 θέσεις, το ετήσιο κόστος τους θα φτάσει τα 43.200.000
ευρώ, ποσό που υπερβαίνει τις σημερινές δυνατότητες της Ελλάδας (το 2013, το
Ευρωπαϊκό Ταμείο Επιστροφών διαχειριζόταν συνολικό προϋπολογισμό 46
εκατομμυρίων ευρώ, τόσο από ευρωπαϊκούς όσο και από ελληνικούς πόρους, τα οποία
προορίζονταν τόσο για τα κέντρα κράτησης όσο και για τις επιστροφές
μεταναστών). Πρόκειται στην πραγματικότητα για τεράστια σπατάλη χρημάτων, καθώς
μικρό ποσοστό των κρατουμένων επιστρέφει τελικά στη χώρα προέλευσης.
Κι αυτό, διότι η κράτηση μεταναστών εφαρμόζεται
αδιακρίτως ως γενικό μέτρο, ακόμα και σε ομάδες που εκ των πραγμάτων δεν
γίνεται να απελαθούν. Ο ανορθολογισμός της ακολουθούμενης πολιτικής φαίνεται
χαρακτηριστικά και στο γεγονός πως, ενώ το κόστος παραμονής μεταναστών σε
κέντρα πρώτης υποδοχής ή κέντρων ταυτοποίησης ανέρχεται σε 9 με 12 ευρώ,
αισθητά μειωμένο σε σχέση με την κράτηση, η συνολική χωρητικότητα αυτών των
δομών ανέρχεται σήμερα σε μόνο 1.093 θέσεις, περίπου το ένα πέμπτο των θέσεων
των προαναχωρησιακών κέντρων.
Ανορθολογική και σπάταλη είναι τέλος και η πολιτική
επιστροφών. Αν και οι εθελούσιες επιστροφές στοιχίζουν πολύ λιγότερο σε σχέση
με τις αναγκαστικές (περίπου 400 ευρώ για μια πτήση με συμβατικό αεροπλάνο
έναντι 1.486 που στοιχίζει η πτήση τσάρτερ των αναγκαστικών επιστροφών), την
περίοδο 2011-2013 είχε δοθεί προτεραιότητα στις αναγκαστικές επιστροφές, που
αποτελούσαν το 53% του συνόλου των επιστροφών. Ωστόσο, την περίοδο 2012-2013,
οι εθελοντικές επιστροφές αποτελούν το 58% των επιστροφών, γεγονός που αποτελεί
δείγμα βελτίωσης της πολιτικής.
Οι
κερδισμένοι
Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί αυτή η επιμονή, τη
στιγμή που, για παράδειγμα, η νέα Υπηρεσία Ασύλου βασίζεται σε εθελοντική
δουλειά και βοήθεια από την Υπατη Αρμοστεία για να καλύψει τις ανάγκες σε
διερμηνείς, ή ενώ δεν υπάρχουν τα χρήματα για να λειτουργήσουν ξενώνες για
ανήλικους και άλλες ευάλωτες ομάδες που καταλήγουν να ζουν αβοήθητες στον
δρόμο. Καθώς στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν χαμένα χρήματα, αλλά χρήματα που
καταλήγουν στις λάθος τσέπες, θα ήταν ίσως χρήσιμο να διερευνηθεί ποιοι, και με
ποιες διαδικασίες, επωφελήθηκαν από το μισό δισεκατομμύριο με το οποίο
χρηματοδοτήθηκε μια άχρηστη πολιτική. Οπως επίσης χρειάζεται να διερευνηθεί αν
οι πραγματικοί στόχοι της ακολουθούμενης πολιτικής ήταν άλλοι από τους
διακηρυγμένους…
Στην κατεύθυνση μιας απάντησης μας προϊδέασε χθες το
απογευματινό μέρος της ημερίδας (που συνδιοργανώθηκε με το Ιδρυμα Χάινριχ Μπελ)
σχετικά με τις νέες τεχνολογίες επιτήρησης συνόρων, που αποτελούν μια
ανερχόμενη βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων στην Ευρώπη. Στην περίπτωση αυτή
αντιστρέφεται η σχέση ζήτησης και παραγωγής, καθώς τα τεράστια συμφέροντα της
στρατιωτικής βιομηχανίας φαίνεται να επιβάλλουν στην Ε.Ε. την πολιτική κλειστών
συνόρων, ώστε να διαθέσουν τεχνολογίες και προϊόντα που βρίσκονται ήδη στο
στάδιο της ολοκλήρωσης.
31/10/2014