του Μάνου Αυγερίδη
Εικόνα πρώτη: Ο πρωθυπουργός φωτογραφίζεται με ικανοποίηση μπροστά απ' το
«τείχος του Έβρου». Στις δηλώσεις του περιγράφει τον φράχτη ως σημαντικό έργο
για το καλό του τόπου, προσθέτοντας: «Οι θεωρίες ότι θα πρέπει να τον ρίξουμε,
ώστε να μπαίνουν μέσα οι λαθρομετανάστες και να τους παρέχουμε νοσοκομειακή και
ασφαλιστική κάλυψη είναι κάτι το οποίο δεν πρόκειται ποτέ να επιτρέψει ο
ελληνικός λαός».

Οι δυο εικόνες συνοψίζουν δυόμισι χρόνια κυβερνητικής πολιτικής, καθώς και
μερικούς μήνες άτυπης και επίσημης προεκλογικής εκστρατείας: αποτυχία, ψέματα
και απανθρωπιά. Σε άλλες συνθήκες ίσως θα αρκούσαν τα παραπάνω, και το σχόλιο
θα τελείωνε εδώ. Σήμερα, οφείλουμε να μετράμε τις λέξεις και να εξηγούμαστε
λίγο περισσότερο.
Καταρχάς, το γεγονός ότι το μόνο «κοινωφελές» έργο που έχει να επιδείξει
στον Έβρο ο αρχηγός του κόμματος που ζητάει την ψήφο μας για να συνεχίσει την
κυβερνητική του πολιτική είναι ο συνοριακός φράχτης, αποτελεί εύγλωττη παραδοχή
αποτυχίας. Θυμόμαστε όλοι πρωθυπουργούς να εγκαινιάζουν δρόμους και γεφύρια,
προεκλογικά, με κάθε επισημότητα -- οι κορδέλες και τα ψαλίδια υπήρξαν
διαχρονικό όπλο για την αναπαραγωγή της εξουσίας. Ο Σαμαράς δεν μπορεί να κάνει
ούτε αυτό· μπορεί μόνο να φωτογραφίζεται μπροστά από φράχτες, υποσχόμενος
τρόμο, ακόμα περισσότερο τρόμο και θάνατο.
Επιπλέον, παραδέχεται την πλήρη απουσία μεταναστευτικής πολιτικής.
Δυσκολεύομαι να σκεφτώ πώς φαντάζονται το μέλλον οι εμπνευστές τέτοιων «έργων»,
με ποιον τρόπο πιστεύουν ότι προωθούν την επίλυση υπαρκτών προβλημάτων.
Άλλωστε, το αποτέλεσμα κάθε τείχους δεν είναι η μείωση των ροών μεταναστών,
αλλά η μετατόπισή τους -- στη συγκεκριμένη περίπτωση στη θάλασσα. Μόνη
επιτυχία; Η αύξηση των νεκρών· επιτυχία για την οποία δύσκολα επαίρεται κανείς,
εκτός ίσως από μια ακροδεξιά κυβέρνηση.
Δεύτερο σημείο: ψέματα και λαϊκισμός. Θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ «να μαζέψει όλους τους
λαθρομετανάστες στην Ελλάδα», όπως είπε επί λέξει στον Έβρο, και επαναλαμβάνει
ακούραστα ο πρωθυπουργός; Η Αριστερά, μέσα από τους θεσμούς μιας σύγχρονης
δημοκρατίας, επιδιώκει τη χάραξη μιας βιώσιμης μεταναστευτικής πολιτικής, για
πρώτη φορά στη χώρα. Η απουσία μιας τέτοιας πολιτικής ευθύνεται για τη
μετατροπή της Ελλάδας σε μια απέραντη φυλακή, με τις ανάλογες επιπτώσεις και
στο ντόπιο πληθυσμό.
Μίλησα πριν για ακροδεξιά κυβέρνηση. Βαριά κουβέντα. Πού στηρίζεται αυτός ο
χαρακτηρισμός και γιατί έχει σημασία; Καταρχάς, δεν χρειάζεται να ανατρέξει
κανείς στα έργα και τις ημέρες του Σαμαρά για να καταλάβει ότι πρόκειται για
ακροδεξιό πολιτικό -- κι αυτό κάτι λέει και για την ευρωπαϊκή ελίτ που τον
αποδέχεται και τον προκρίνει ως «οικείο» της πρόσωπο. Αρκεί η προχθεσινή άμεση
εκμετάλλευση του πένθους για τη δολοφονική επίθεση στη γαλλική σατιρική
εφημερίδα (βλ. Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, «Charlie Hebdo», RedNotebook,
7.1.2015).
Δεν είναι, ωστόσο, μόνο ο Σαμαράς το πρόβλημα. Μια σειρά αποφάσεων, στις
οποίες συμμετείχαν ή παρείχαν στήριξη τα κόμματα των συγκυβερνήσεων, είχαν στην
ουσία τους και στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκαν τη λογική «αποφασίζομεν και
διατάσσομεν». Την ίδια στιγμή, «η Ευρώπη» χρησιμοποιήθηκε ως μετωνυμία της
πρόσδεσης στη νεοφιλελεύθερη πολιτική των κυρίαρχων κρατών της, εντός μιας
σχεδόν ψυχροπολεμικής ρητορείας περί αόριστων κεκτημένων και διαφύλαξής τους.
Το αν είναι λοιπόν ακροδεξιός ο Σαμαράς δεν αφορά μόνο τους αριστερούς ή
προοδευτικούς πολίτες. Ακροδεξιά σημαίνει αυταρχισμός, ρατσισμός και μίσος για
τον «άλλον». Σημαίνει όμως, ταυτόχρονα, αναπαραγωγή και διεύρυνση των
οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μέσω των παραπάνω. Η φωτογραφία στο
τείχος του Έβρου είναι η τελευταία, ελπίζω, καρτποστάλ ενός πρωθυπουργού, ο
οποίος στη θητεία του δεν κατάφερε τίποτ' άλλο παρά να υψώσει τείχη
απανθρωπιάς. Καθήκον μας είναι να τα γκρεμίσουμε, όσο πιο γρήγορα γίνεται.
11/1/2015