Η Ευρώπη βρίσκεται και θα συνεχίσει να βρίσκεται αντιμέτωπη με αλλεπάλληλες προσφυγικές κρίσεις τις οποίες, για πολλούς λόγους, δεν μπορεί να αποφύγει – αυτό είναι αδιαμφισβήτητο.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, το χτύπημα του Εγκέλαδου σε Τουρκία και Συρία, η επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή και, φυσικά, η φτώχεια οδηγούν κατά κύματα εκατομμύρια ανθρώπους στα σύνορά της. Ηδη δε, τα επίσημα στοιχεία του 2022 δείχνουν ότι τα σύννεφα αρχίζουν να σωρεύονται εκ νέου, κάνοντας τον πρόεδρο του ΕΛΚ, Μάνφρεντ Βέμπερ, να δηλώσει στο Politico ότι «υπνοβατούμε προς μια νέα προσφυγική κρίση».
Απέναντι σε αυτή την εικόνα και με δεδομένη την αποτυχία των «27» να καταλήξουν σε κοινή πολιτική, η επιλογή την οποία έχουν κάνει αρκετοί εταίροι μοιάζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, να οδηγεί τη Γηραιά Ηπειρο τρεις και πλέον δεκαετίες πίσω: Σχεδόν 34 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την τελευταία οκταετία, έχουν κατασκευαστεί τείχη μήκους περίπου 1.700 χιλιομέτρων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Κι αυτό, όπως αναφέρει η «El Pais», «όχι για να προστατευτούν από τανκς και στρατιώτες, αλλά από μετανάστες και πρόσφυγες».
«Το παλιό φάντασμα των τειχών ρίχνει πάλι τη σκιά του πάνω από την Ευρώπη» σημειώνει η ισπανική εφημερίδα. Κάπως έτσι, η δημιουργία μιας «Ευρώπης-φρουρίου» τείνει να γίνει πραγματικότητα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι πολλοί έχουν αμφισβητήσει τη συγκεκριμένη λύση, τόσο από πρακτικής όσο και από ηθικής σκοπιάς – ανάμεσά τους και ο Κλάους Ντοντς, συγγραφέας του βιβλίου «Οι Πόλεμοι των Συνόρων: Οι συγκρούσεις που θα διαμορφώσουν το μέλλον μας», ο οποίος δήλωσε στην «El Pais» ότι «φράχτες και τείχη σπανίως αποδίδουν τόσο καλά».
Το ζήτημα, όπως ήταν αναμενόμενο, κυριάρχησε και στο ειδικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που πραγματοποιήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου. Τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά, καθώς τίθεται, όπως πάντα, το μείζον ζήτημα του «ποιος θα πληρώσει». Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι πριν από την έναρξη του Συμβουλίου 8 κράτη-μέλη (Αυστρία, Δανία, Σλοβακία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα και Ελλάδα) κατέθεσαν επιστολή με την οποία ζητούσαν όχι απλώς την ενίσχυση των συνόρων με συγκεκριμένα μέτρα, αλλά και τη χρηματοδότηση από την ΕΕ της κατασκευής των τειχών, μέσω του κονδυλίου των 6,7 τρισ. ευρώ που έχει ενταχθεί στον τρέχοντα επταετή προϋπολογισμό (ως το 2027) για τη διαχείριση των συνόρων.
Στο πλευρό τους δε φάνηκε πως είχαν και άλλες κυβερνήσεις, όπως της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Βουλγαρίας, της Κύπρου, αλλά και της Ιταλίας, αποτυπώνοντας στην πράξη ένα εξαιρετικά ισχυρό μπλοκ, το οποίο άλλωστε είχε αρχίσει να συγκροτείται πολύ νωρίτερα, όπως αποδεικνύει και ανάλογη επιστολή που είχε σταλεί τον Οκτώβριο του 2021.
Η «ολιστική» προσέγγιση
Από την άλλη, η πρόεδρος της Κομισιόν και το «δίδυμο» Γερμανίας και Γαλλίας, μαζί φυσικά με αρκετές ακόμη χώρες, όπως η Ολλανδία, τάχθηκαν υπέρ μιας πιο ισορροπημένης και ρεαλιστικής προσέγγισης. Πρότειναν μια «ολιστική προσέγγιση», που θα περιλαμβάνει και την ενίσχυση των μέτρων επιτήρησης και προστασίας και την προσπάθεια σύναψης με τρίτες χώρες συμφωνιών ανάλογων εκείνης του 2016 με την Τουρκία.
Τελικώς, ύστερα από πολύωρη μάχη, στο τελικό ανακοινωθέν έδειξε να επικρατεί, στα σημεία έστω, η γραμμή των «σκληρών»: οι ηγέτες των «27», χωρίς να κάνουν λόγο για τείχη και φράχτες, έδωσαν εντολή στην Κομισιόν να «διαθέσει άμεσα σημαντικά κονδύλια και μέσα της ΕΕ (…) για την ενίσχυση των δυνατοτήτων και υποδομών προστασίας των συνόρων».
Ετσι, μετά τη λήξη της συνόδου, ο αυστριακός καγκελάριος, Καρλ Νεχάμερ, ισχυρίστηκε ότι κάθε χώρα θα μπορεί πλέον να διαθέτει τα ευρωπαϊκά κονδύλια για επιτήρηση και εξοπλισμό και τα εθνικά για να κατασκευάζει τείχη.
Οσο δεν υπάρχει ένα Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση, ίσως ορισμένοι αισθάνονται πιο ασφαλείς πίσω από οχυρώσεις.
Έντυπη έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»
24/2/2023
https://www.in.gr/2023/02/24/world/xtizoun-teixi-gia-mia-eyropi-frourio/