Search...

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

ΣΥΝΟΨΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΗ ΦΕΤΙΝΗ ΕΚΘΕΣΗ AIDA ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΕΡΣΙ

Αποτέλεσμα εικόνας για Ελληνικό Συμβούλιο για τους πρόσφυγες

Σύνοψη των βασικών αλλαγών
από την προηγούμενη έκθεση (Μάρτιος 2017)


v  Το 2017 σημειώθηκαν 29.718 αφίξεις από τη θάλασσα, σε σύγκριση με 173.450 αφίξεις το 2016. Η πλειονότητα των νεοεισερχόμενων ήταν από τη Συρία (42%), το Ιράκ (20%) και το Αφγανιστάν (12%). Περισσότεροι από τους μισούς, ήταν γυναίκες (22%) και παιδιά (37%), ενώ το 41% ήταν ενήλικοι άνδρες.[1] 5.284 άτομα συνελήφθησαν στα χερσαία σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας (Έβρος), μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 30ης Νοεμβρίου του 2017, σε σύγκριση με 3.098 άτομα που είχαν συλληφθεί την ίδια περίοδο το 2016.[2]

v  Η Υπηρεσία Ασύλου κατέγραψε 58.661 αιτήσεις ασύλου το 2017. Ο αριθμός των αιτήσεων που υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία Ασύλου αυξήθηκε κατά 15%. Η Ελλάδα δέχτηκε το 8,5% από το σύνολο των αιτήσεων που υποβλήθηκαν στην ΕΕ, ενώ ήταν η χώρα που έλαβε τις περισσότερες αιτήσεις ασύλου κατ’ αναλογία του πληθυσμού της (5.295 αιτήσεις ανά 1.000.0000 κατοίκους).[3] Το 2017, οι πολίτες Συρίας συνεχίζουν να είναι η πιο πολυπληθής ομάδα αιτούντων άσυλο με 16.396 αιτήσεις.[4] Αντίστοιχα, σημειώθηκε σημαντική αύξηση των αιτήσεων αύλου που κατατέθηκαν από πολίτες Τουρκίας. (1.827 το 2017 σε σύγκριση με 189 το 2016).[5]

Το 2017 ήταν το δεύτερο έτος εφαρμογής της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας, παρ’ όλο που αυτή αρχικά είχε χαρακτηριστεί ως «ένα προσωρινό και έκτακτο μέτρο». Τον Φεβρουάριο του 2017, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι «η Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, όπως δημοσιοποιήθηκε μέσω του δελτίου Τύπου 144/16, δεν μπορεί να θεωρηθεί πράξη εκδοθείσα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή από άλλο θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της EE ούτε να θεωρηθεί ότι αποκαλύπτει την ύπαρξη ανάλογης πράξης.[6] Τον Απρίλιο του 2017 κατατέθηκε έφεση κατά της απόφασης ενώπιον του ΔΕΕ.[7] Ο Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Μεταναστών εξέφρασε την ανησυχία του για το γεγονός ότι η Δήλωση «αποτελεί μια πολιτική ‘συμφωνία’ χωρίς δεσμευτικότητα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η νομική της βάση έχει υπονομευθεί και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί νομικά ενώπιον δικαστηρίου. Παρά τις επιπτώσεις της, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορεί να ελεγχθεί δικαστικά».[8]   

v  Σημαντικές αλλαγές σε ό,τι αφορά το άσυλο έλαβαν χώρα επίσης το 2017, εξαιτίας της εφαρμογής της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Οι διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης που θεσπίστηκαν με τον Ν. 4375/2016 τον Απρίλιο του 2016 τροποποιήθηκαν τον Ιούνιο του 2016 και εν νέου τον Μάρτιο και τον Αύγουστο του 2017. Στο μεταξύ, η αναδιατυπωμένη Οδηγία για την Υποδοχή δεν έχει ακόμη μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, παρότι η σχετική προθεσμία έχει παρέλθει ήδη από τον Ιούνιο του 2015.

v  Κατά τη διάρκεια του 2017, καταγράφονται συστηματικά περιστατικά επαναπροώθησεων στα σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας στον Έβρο. Μεταξύ άλλων, o Επίτροπος για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για την αναφερόμενη πρακτική.[9] Τον Ιούνιο του 2017, ο Συνήγορος του Πολίτη ξεκίνησε αυτεπάγγελτη έρευνα.[10]

Διαδικασία Ασύλου

v  Λειτουργία της Υπηρεσίας Ασύλου: Στο τέλος του 2017, η Υπηρεσία Ασύλου λειτουργούσε σε 22 σημεία σε όλη τη χώρα, ενώ το 2016 σε 17 σημεία.[11] Το ποσοστό αναγνώρισης διεθνούς προστασίας σε α’ βαθμό το 2017, ήταν 46%. Το ποσοστό αναγνώρισης διεθνούς προστασίας για τα ασυνόδευτα παιδιά ήταν σημαντικά μικρότερο (27,5%).

v  Καταγραφή: Χωρίς να υποτιμάται ο αριθμός των αιτήσεων που καταγράφηκαν το 2017, η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου στην ενδοχώρα συνέχισε να είναι προβληματική όλο το 2017. Ο μέσος χρόνος αναμονής μεταξύ της προκαταγραφής (μέσω Skype) και της πλήρους καταγραφής ήταν 81 μέρες τον Δεκέμβριο του 2017. Η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου για άτομα που βρίσκονται κρατούμενα σε προαναχωρησιακά κέντρα κράτησης παραμένει επίσης προβληματική.

v  Χρόνος Διεκπεραίωσης: Ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης των αιτήσεων ασύλου σε πρώτο βαθμό αναφέρεται ότι κυμαίνεται περί τους 6 μήνες (Δεκέμβριος 2017).[12] Η πραγματική διάρκεια της διαδικασίας σε πρώτο βαθμό, είναι μεγαλύτερη, αν ληφθεί υπόψη και η καθυστέρηση που μεσολαβεί μεταξύ προκαταγραφής και πλήρους καταγραφής. Τον Δεκέμβριο του 2017, εκκρεμούσαν 4.052 αιτήσεις για διάστημα περισσότερο από έναν χρόνο. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, τον Ιανουάριο του 2018, η προσωπική συνέντευξη για την εξέταση του αιτήματος ασύλου δεν είχε λάβει χώρα στο 74,1% των αιτήσεων και το γεγονός ότι τα ραντεβού για την προσωπική συνέντευξη προγραμματίζονται έναν χρόνο ή και περισσότερο μετά την πλήρη καταγραφή της αίτησης, ο αριθμός των αιτήσεων που εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό για περισσότερο  από έναν χρόνο αναμένεται να αυξηθεί το επόμενο διάστημα.

v  Κατά παρέκκλιση διαδικασία συνόρων: Επίπτωση της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας ήταν μεταξύ άλλων η de facto διχοτόμηση των διαδικασιών ασύλου που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα. Οι αιτούντες άσυλο που έχουν αφιχθεί μετά τις 20 Μαρτίου του 2016 στα ελληνικά νησιά υπόκεινται στην ταχύρρυθμη διαδικασία συνόρων. Ο Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ σχετικά με τα Δικαιώματα των Μεταναστών έχει υπογραμμίσει ότι οι διατάξεις σχετικά με τα κατά παρέκκλιση εξαιρετικά μέτρα που εφαρμόζονται για τις αιτήσεις που υποβάλλονται στα σύνορα εγείρουν «σοβαρές ανησυχίες ως προς τις εγγυήσεις μιας δίκαιης διαδικασίας».[13] Η συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΥΥΑ/EASO) στη ταχύρρυθμη διαδικασία και το κατά πόσο οι χειριστές της ΕΥΥΑ/EASO ασκούν de facto αρμοδιότητες επί των αποφάσεων κατά παράβαση του Κανονισμού για την ίδρυση της υπηρεσίας, είναι υπό εξέταση από τον Ευρωπαϊκό Διαμεσολαβητή.[14]


v  Δεύτερος Βαθμός: Μετά τη τροποποίηση της σύνθεσης των αρμόδιων Επιτροπών Προσφυγών τον Ιούνιο του 2016, σε συνέχεια πίεσης που ασκήθηκε στην Ελλάδα από την ΕΕ εξαιτίας της έκδοσης μιας συντριπτικής πλειοψηφίας αποφάσεων που ανέτρεψαν το τεκμήριο ότι η Τουρκία είναι «ασφαλής τρίτη χώρα» ή «πρώτη χώρα ασύλου» για τους αιτούντες άσυλο, το ποσοστό αναγνώρισης στον δεύτερο βαθμό έχει μειωθεί σημαντικά. Το 2017 το ποσοστό αναγνώρισης παρέμεινε χαμηλά, πολύ χαμηλότερα από τον μέσο όρο αναγνώρισης στα 28 Κράτη Μέλη της ΕΕ: το ποσοστό αναγνώρισης της ιδιότητας του πρόσφυγα ήταν 1,84%, 0,99% το ποσοστό αναγνώρισης καθεστώτος επικουρικής προστασίας και 3,54% το ποσοστό των αιτήσεων που παραπέμφθηκαν για τη χορήγηση ανθρωπιστικού καθεστώτος, ενώ το 93,63% των αιτήσεων απορρίφθηκε σε β’ βαθμό. Τα ποσοστά αυτά ενδεχομένως συνιστούν μια ανησυχητική διαπίστωση σε ό,τι αφορά τη λειτουργία ενός δίκαιου και αποτελεσματικού συστήματος ασύλου στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, το 98,2% των αποφάσεων που εκδόθηκαν από τις  Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών το 2017,  σχετικά με Σύρους αιτούντες των οποίων οι αιτήσεις εξετάστηκαν στο πλαίσιο της ταχύρρυθμης διαδικασίας συνόρων, επιβεβαίωσαν τις πρωτοβάθμιες αποφάσεις με τις οποίες οι αιτήσεις απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες επί τη βάση του ότι η Τουρκία συνιστά «ασφαλή τρίτη χώρα». 

v  Νομική συνδρομή: Ένα κρατικά χρηματοδοτούμενο σχήμα νομική συνδρομής, επί τη βάση ενός μητρώου που διαχειρίζεται η Υπηρεσία Ασύλου, τέθηκε σε εφαρμογή για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 2017. Παρά το θετικό αυτό βήμα, οι δυνατότητες αυτού του σχήματος παροχής νομικής συνδρομής στο δεύτερο βαθμό παραμένουν περιορισμένες. Η παροχή υπηρεσιών υπό αυτό το σχήμα ξεκίνησε μόλις στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 και μέχρι το τέλος του 2017 νομική συνδρομή είχε παρασχεθεί σε 947 προσφεύγοντες, ενώ ο αριθμός των προσφυγών που κατατέθηκαν το 2017 ήταν 11,632. Συνεπώς, η συμμόρφωση προς την εθνική νομοθεσία και την Αναδιατυπωμένη Οδηγία Διαδικασιών παραμένει ένα ζήτημα ανησυχίας. Επιπροσθέτως, νομική συνδρομή σε β’ βαθμό παρασχέθηκε σε 3.600 προσφεύγοντες στο πλαίσιο του σχήματος που χρηματοδοτείται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

v  Δουβλίνο: 9.784 εξερχόμενα αιτήματα εστάλησαν από την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού Δουβλίνου, κυρίως για λόγους οικογενειακής επανένωσης. Το 2017, μεταφέρθηκαν 4.268 αιτούντες από την Ελλάδα σε άλλες χώρες της ΕΕ. Επιπλέον εμπόδια σε ό,τι αφορά την επανένωση οικογενειών τέθηκαν το 2017, εξαιτίας της αλλαγής της πρακτικής ορισμένων Κρατών Μελών. Η Εθνική Μονάδα Δουβλίνου έλαβε 1.998 εισερχόμενες αιτήσεις κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού Δουβλίνου το 2017. Εξ αυτών, οι ελληνικές αρχές δέχτηκαν να αναλάβουν 71 υποθέσεις. Δύο αιτούντες μεταφέρθηκαν μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου του 2018 στην Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 2017, το Διοικητικό Δικαστήριο του Ντίσελντορφ απέρριψε τη  μεταφορά στην Ελλάδα ενός αιτούντα άσυλο στην Ελλάδα, εξαιτίας των συστημικών αδυναμιών στη διαδικασία ασύλου και των συνθηκών υποδοχής για τους αιτούντες στην Ελλάδα.

v  Μετεγκατάσταση: Σύμφωνα με τις αποφάσεις 2015/1523 και 2015/1601 του Συμβουλίου, το πρόγραμμα μετεγκατάστασης σταμάτησε επισήμως τον Σεπτέμβριο του 2017. Από τον στόχο της μεταφοράς 66.400 αιτούντων από την Ελλάδα, μέχρι τις 28 Ιανουαρίου του 2018 είχαν μεταφερθεί 21,731 άτομα.


v  Ασφαλής τρίτη χώρα: Στις 22 Σεπτεμβρίου του 2017, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε δύο αποφάσεις σε συνέχεια της αίτησης ακύρωσης δύο πολιτών Σύριας,  μεταξύ άλλων αναφορικά με την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας για την περίπτωση της Τουρκίας. Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε τις αιτήσεις κρίνοντας ότι τα κριτήρια της προστασίας της ζωής και της ελευθερίας, της σοβαρής βλάβης και της προστασίας από την επαναπροώθηση πληρούνται στην Τουρκία, βασισμένο κυρίως στις επιστολές των Τουρκικών Αρχών καθώς και τον μεγάλο αριθμό Σύρων στην Τουρκία. Επίσης, κρίθηκε ότι η έννοια της διεθνής προστασίας σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης δεν προϋποθέτει η τρίτη χώρα να έχει επικυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης, χωρίς μάλιστα γεωγραφικό περιορισμό, ούτε απαιτείται κάποιο σύστημα   διεθνούς προστασίας που να εγγυάται όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται στη Σύμβαση. Μετά την έκδοση των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, η Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπενθύμισε τη θέση της σύμφωνα με την οποία  «είναι προβληματικός… ενδεχόμενος χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας, στο μέτρο που η Τουρκία έχει διατυπώσει γεωγραφικό περιορισμό στην κύρωση της Σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951»  και τόνισε ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αν τα δικαιώματα των Σύρων στην Τουρκία εφαρμόζονται αποτελεσματικά στην πράξη, καθώς και την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Τουρκία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και τις επιπτώσεις της στα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου.[15] Η υπόθεση ενός Σύρου αιτούντα που αντιμετωπίζει ενδεχόμενη επανεισδοχή στην Τουρκία βάσει απόφασης απαραδέκτου εκκρεμεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.[16] Σε ό,τι αφορά τις αιτήσεις μη Σύρων, καμία αίτηση δεν έχει απορριφθεί ως απαράδεκτη επί τη βάση της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας το 2017.


v  Διαπίστωση Ευαλωτότητας: Πίεση συνεχίστηκε να ασκείται στις ελληνικές αρχές και το 2017 προκειμένου «να μειωθεί ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που χαρακτηρίζονται ως ευάλωτοι». Ωστόσο, «όχι απλώς δεν παρατηρείται υπέρ του δέοντος αναγνώριση του καθεστώτος ευαλωτότητας, αλλά αντίθετα, οι ευάλωτοι άνθρωποι πέφτουν στα κενά της προβλεπόμενης διαδικασίας και δεν αναγνωρίζονται σωστά, με συνέπεια να μην τους παρέχεται επαρκής περίθαλψη».[17] Μια νέα ιατρική φόρμα για τον προσδιορισμό των ευάλωτων υιοθετήθηκε στα τέλη του 2017 - αρχές του 2018 στο πλαίσιο της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης στα νησιά. Ανησυχία προκαλεί η διαφοροποίηση μεταξύ «μέτριας» και «υψηλής» ευαλωτότητας, καθώς άτομα που ταυτοποιούνται ως «μέτριας» ευαλωτότητας στερούνται, μεταξύ άλλων, των ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων που παρέχονται από το εθνικό δίκαιο και την αναθεωρημένη Οδηγία Διαδικασιών.  Δεν υφίσταται διαδικασία προσδιορισμού του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και η απουσία ενός αποτελεσματικού συστήματος επιτροπείας των ασυνόδευτων παιδιών έχει επανειλημμένα επισημανθεί τα τελευταία χρόνια. 

Συνθήκες υποδοχής

v  Ελευθερία μετακίνησης: Οι αιτούντες ασύλου που υπόκεινται στη Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας παραμένουν υπό γεωγραφικό περιορισμό, σύμφωνα με τον οποίο δεν μπορούν να φύγουν από το νησί όπου βρίσκονται μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Η πρακτική του γεωγραφικού περιορισμού έχει οδηγήσει σε σημαντικό υπερπληθυσμό στα νησιά και συνεπώς στην επιδείνωση των συνθηκών υποδοχής. Αιτήσεις ακύρωσης κατά της απόφασης που επιβάλλει τον γεωγραφικό περιορισμό των αιτούντων ασύλου στα νησιά έχουν κατατεθεί ενώπιον του Συμβούλιου της Επικρατείας από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και τους Δικηγορικούς Συλλόγους Λέσβου, Ρόδου, Χίου, Κω και Σάμου.

v  Ικανότητα υποδοχής: Ο αριθμός των θέσεων υποδοχής του δικτύου του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ) έχει μειωθεί στις 1.530 τον Ιανουάριο του 2018, εν συγκρίσει με 1.896 θέσεις τον Ιανουάριο του 2017. Το ποσοστό αποδοχής στις εγκαταστάσεις υπό το σχήμα του ΕΚΚΑ ήταν 35,2% το 2017. Την ίδια στιγμή, τα περισσότερα προσωρινά κέντρα φιλοξενίας στην ηπειρωτική Ελλάδα συνεχίζουν να λειτουργούν χωρίς ξεκάθαρη νομική βάση ή επίσημη αρχή διαχείρισης. Συνολικά 22.595 θέσεις ήταν διαθέσιμες στις 28 Δεκεμβρίου του 2017 υπό το σχήμα  που χρηματοδοτείται από την Ύπατη Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Στο τέλος του 2017, από τα 3.350 ασυνόδευτα παιδιά που βρίσκονταν στην Ελλάδα, τα 2.290 ήταν σε λίστα αναμονής για να τοποθετηθούν σε κάποιον ξενώνα. Συνολικά, 12.609 νεοαφιχθέντες παραμένουν υπό περιορισμό σε νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, την 31η Ιανουαρίου του 2018, ενώ η αναφερόμενη ονομαστική χωρητικότητα των εγκαταστάσεων υποδοχής ήταν 7.876 θέσεις. Η αναφερόμενη ονομαστική χωρητικότητα των κέντρων υποδοχής και ταυτοποίησης (hotspots) ήταν 6.246, ενώ 9.902 διέμεναν εκεί, εξαιτίας του γεωγραφικού περιορισμού.

v  Συνθήκες διαβίωσης: Οι εγκαταστάσεις υποδοχής στα νησιά παραμένουν κατώτερες των προτύπων και ενδεχομένως μπορεί να υπερβαίνουν το όριο της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης. Εξαιτίας της υπερπληρότητας των κέντρων, πολλοί άνθρωποι κοιμούνται σε σκηνές και είναι εκτεθειμένοι σε ακραίες καιρικές συνθήκες, ενώ η τροφή και το νερό είναι περιορισμένα, οι συνθήκες υγιεινής είναι ανεπαρκείς και η ασφάλεια προβληματική. Η ψυχική υγεία των αιτούντων στα νησιά χειροτερεύει. Στην ηπειρωτική Ελλάδα, παρ’ όλο που ένας αριθμός κέντρων φιλοξενίας με προβληματικές συνθήκες διαβίωσης έκλεισαν το 2017, οι συνθήκες διαβίωσης σε πολλά κέντρα φιλοξενίας ακόμη αναφέρονται ως «κακές».[18] Δεν υπάρχει φορέας στον οποίο να έχει ανατεθεί η επίβλεψη των συνθηκών διαβίωσης και δεν υφίσταται η δυνατότητα αναφοράς των συνθηκών διαβίωσης στην Ελλάδα.[19]

Κράτηση αιτούντων ασύλου

v  Κράτηση μετά την έναρξη εφαρμογής της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας: Η έναρξη εφαρμογής της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας είχε σοβαρό αντίκτυπο στις εφαρμοζόμενες πρακτικές σχετικά με την κράτηση στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Το 2017, εκδόθηκαν 46.124 αποφάσεις απομάκρυνσης, εκ των οποίων οι 5.810 (56%) από αυτές επέβαλαν επίσης μέτρο κράτησης. Ο αριθμός των πολιτών τρίτων χωρών οι οποίοι κρατήθηκαν σε κέντρα κράτησης το 2017 ήταν 25.810 σε σύγκριση με 14.864 άτομα το 2016, ενώ η αύξηση ήταν πολύ μεγαλύτερη για τους αιτούντες ασύλου (9.534 αιτούντες ασύλου κρατήθηκαν το 2017 σε σύγκριση με 4.072 το 2016). [20]

v  Χώροι κράτησης: Υπήρχαν 8 κέντρα κράτησης σε λειτουργία στην Ελλάδα το 2017, από 6 το 2016. Κατ’ εφαρμογή του Κοινού Σχεδίου Δράσης για την εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας,[21] δύο κέντρα κράτησης ξεκίνησαν να λειτουργούν στη Λέσβο και την Κω. Η απόφαση για τη δημιουργία ενός ακόμη κέντρου κράτησης στη Σάμο δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2017, αλλά δεν είχε ξεκινήσει την λειτουργία του μέχρι τον Μάρτιο του 2018. Τα αστυνομικά τμήματα συνέχιζαν να χρησιμοποιούνται για παρατεταμένη κράτηση.

v  Κράτηση ευάλωτων ατόμων: Στην πράξη, άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες κρατούνται χωρίς η ευαλωτότητα τους να έχει αναγνωριστεί και χωρίς εξατομικευμένη αξιολόγηση πριν την έκδοση της απόφασης κράτησης. Εξαιτίας της έλλειψης εγκαταστάσεων στέγασης για τα παιδιά, η κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων εφαρμόζεται συστηματικά και μπορεί να διαρκέσει παρατεταμένα χρονικά διαστήματα. Συνολικά 490 ασυνόδευτα παιδιά κρατούνταν στο τέλος του 2017.

v  Κράτηση για παραβίαση γεωγραφικού περιορισμού: Οι αιτούντες ασύλου που συλλαμβάνονται εκτός του νησιού στο οποίο τους είχε επιβληθεί γεωγραφικός περιορισμός τίθενται αυτόματα υπό κράτηση προκειμένου να επιστραφούν στο νησί. Η κράτηση γίνεται χωρίς εξατομικευμένη αξιολόγηση και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η νομική κατάσταση του ατόμου ή τυχόν ευαλωτότητες. Το 2017, συνολικά 1.197 άτομα επέστρεψαν σε νησιά του Ανατολικού Αιγαίου αφού συνελήφθησαν εκτός του νησιού όπου τους είχε επιβληθεί γεωγραφικός περιορισμός.

v  Συνθήκες κράτησης: Οι συνθήκες στα κέντρα κράτησης, τα αστυνομικά τμήματα και τις άλλες εγκαταστάσεις συνεχίζουν να μην πληρούν τα βασικά πρότυπα.


Περιεχόμενο της διεθνούς προστασίας

v  Οικογενειακή επανένωση: Σοβαρά εμπόδια καθιστούν την οικογενειακή επανένωση των αναγνωρισμένων προσφύγων αδύνατη. Το 2017, 245 αιτήσεις για οικογενειακή επανένωση υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία Ασύλου. Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με την έκβαση αυτών των αιτήσεων. Αντίστοιχα, 17 αιτήσεις για οικογενειακή επανένωση υποβλήθηκαν το 2017 στη Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής από αναγνωρισμένους πρόσφυγες στο πλαίσιο της ‘παλιάς’ διαδικασίας. Όλες αυτές οι αιτήσεις απορρίφθηκαν. Συνολικά, από τις 21 Οκτωβρίου του 2016 έως τα τέλη Ιανουαρίου του 2018, χορηγήθηκαν μόνο 13 θεωρήσεις περιορισμένης εδαφικής ισχύος σε μέλη οικογενειών προσφύγων το 2017 για «έκτακτους ανθρωπιστικούς λόγους», που αντιστοιχούν σε 7 θετικές αποφάσεις τις Υπηρεσίας Ασύλου.[22]

Μάρτιος 2018

Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΕΕ - ΤΟΥΡΚΙΑΣ: ΖΩΕΣ ΣΤΑ ΑΖΗΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΩΝ

Δύο χρονιά μετά κι ακόμα αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο η χώρα μας δέχεται τη μετατροπή των νησιών της σε απέραντα στρατόπεδα κράτησης, στερώντας παρανόμως από τους ανθρώπους που κατά τα άλλα δικαιούνται διεθνή προστασία, τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια στη ζωή.

Αποτέλεσμα εικόνας για Δύο χρονιά μετά και ακόμα αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο η χώρα μας δέχεται τη μετατροπή των νησιών της σε απέραντα στρατόπεδα κράτησης, στερώντας παρανόμως από τους ανθρώπους που κατά τα άλλα δικαιούνται διεθνή προστασία, τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια στη ζωή.


του Γιώργου Μουργή

Μια Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μια απάνθρωπη Συμφωνία


Δύο χρόνια μετά την εφαρμογή της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι όλων ότι μπήκε και πολιτικά η ταφόπλακα στα ανθρώπινα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών, ταυτόχρονα με τη δημιουργία μιας Ευρώπης-φρούριο με τη σφραγίδα των ηγετών εκείνης της Συνόδου. Μια συμφωνία κατάφωρης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Φράχτες, συρματοπλέγματα, ΝΑΤΟ, FRONTEX, συνοριοφύλακες και στο βάθος το κλείσιμο των ευρωπαϊκών συνόρων και κάθε πύλης εισόδου προς τη Γηραιά Ήπειρο μέσα από τις βαλκανικές διόδους.

Η ξενοφοβική, ισλαμοφοβική, ρατσιστική λογική που επικράτησε σε βάρος των προσφύγων με την υπογραφή του ελληνικού Κοινοβουλίου και με τις ψήφους των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ , κατάργησε ουσιαστικά το άρθρο 14 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΗΕ.

Διακήρυξη που, ήδη από το 1948, αναγνωρίζει το δικαίωμα των ατόμων να ζητήσουν άσυλο γιατί κινδυνεύουν σε άλλες χώρες, και άρθρο στο οποίο στηρίχθηκε η Σύμβαση για το Καθεστώς των Προσφύγων -γνωστή ως Σύμβαση του 1951 ή Σύμβαση της Γενεύης- η οποία καθορίζει τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις των κρατών που χορηγούν άσυλο.

Είναι ενδιαφέρον να μην ξεχνάμε ότι η Σύμβαση για το Καθεστώς των Προσφύγων δημιουργήθηκε για να εγγυηθεί τα δικαιώματα των Ευρωπαίων προσφύγων που προκάλεσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Σύμβαση απέκτησε διεθνή χαρακτήρα με το Πρωτόκολλο του 1967, το οποίο αφαίρεσε τους πρότερους γεωγραφικούς και χρονικούς περιορισμούς, μιλώντας πια για πρόσφυγες χωρίς κανένα γεωγραφικό περιορισμό.

Και ενώ όλα αυτά αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο του καθ’ ημάς πολιτισμού, βλέπουμε μετά από τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δίκαιο να αυτοκαταργείται, ενώ η παραδοχή της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διατυπώνεται ρητά από πολλές μεριές, προτάσσοντας ισχυρές αντιρρήσεις απέναντι στις αίολες προφάσεις που διατυπώθηκαν ως δήθεν νομικό πλαίσιο.

Η αναγνώριση, δε, της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας» μέσα από τη Συμφωνία, μόνο οργή προκαλούσε τότε, επιβεβαιώνοντας σήμερα τις καταγγελίες για τις πρακτικές του ερντογανικού καθεστώτος και τη χρησιμοποίηση των προσφύγων για τα πολιτικά, οικονομικά ή γεωστρατηγικά σχέδιά του. Μπορεί κανείς να πιστέψει -ακόμα κι αν υπάρχουν αποφάσεις, όπως έχει εκδώσει και το δικό μας ΣτΕ, που χαρακτηρίζουν την Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα»- ότι δεν παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι οι πρόσφυγες που είναι εγκλωβισμένοι ή επιστρέφονται - απελαύνονται εκεί θα έχουν ανθρώπινη αντιμετώπιση, όταν δεν είναι ασφαλής ούτε για τους ίδιους τους πολίτες της, την ώρα που χιλιάδες Τούρκοι φυλακίζονται επειδή αντιτίθενται στο καθεστώς Ερντογάν; 

Τα επίδικα σημεία της συμφωνίας, πλέον, δεν αφορούν μόνο στην ανακοπή των προσφυγικών ροών κατά την εφαρμογή του σχεδίου όπου γίνεται επιπλέον λόγος για κλειστά κέντρα φύλαξης, κράτησης, διαχωρισμού ανθρώπινων ψυχών σε πρόσφυγες και «παράτυπους μετανάστες», αλλά και στον τρόπο επαναπροώθησής τους.

Είναι σκόπιμο να θυμηθούμε σε αυτό το σημείο την ίδια τη Σύμβαση όπου προβλέπονται τα δικαιώματα αυτών των ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και η προστασία από την αναγκαστική επιστροφή ή απέλαση. Ουσιαστικά, απαγορεύεται η απέλαση, η βίαιη ή χωρίς θέληση επιστροφή, διατυπώνοντας το αναφαίρετο δικαίωμα του πολιτικού ασύλου, καθιστώντας σαφώς τα δικαιώματα αυτά αναφαίρετο τμήμα του διεθνούς δικαίου.

Η Ευρώπη του «ουμανισμού» και του «πολιτισμού»


Ωστόσο, στη συντριπτική τους πλειονότητα τα ευρωπαϊκά κράτη αρνούνται, ελαφρά τη καρδία και με συνοπτικές διαδικασίες, την ολιστική λύση του προβλήματος στη βάση ενός συγκροτημένου και οργανωμένου σχεδίου μετεγκατάστασης των προσφύγων στην επικράτειά τους.